- Μαυριτανός
- θηλ. Μαυριτανήο κάτοικος τής Μαυριτανίας ή αυτός που κατάγεται από τη Μαυριτανία.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Αλ Χαμάρ, Μοχάμετ Ιμπν — (Mohamed IbnAl Hamar, 13oς αι.). Πρώτος Μαυριτανός βασιλιάς της Γρανάδα τον 13o αι. Κήρυξε την περιοχή του ανεξάρτητο κράτος με πρωτεύουσα τη Γρανάδα στην οποία άρχισε την οικοδόμηση της Αλάμπρα … Dictionary of Greek
Γιουσούφ — I Όνομα ιστορικών προσώπων του μουσουλμανικού κόσμου. 1. Ιμπν Αμπντ αλ Ραχμάν αλ Φιχρί (8ος αι. μ.Χ.). Ο τελευταίος Μαυριτανός κυβερνήτης της Ισπανίας (747 756). Το 756 επιχείρησε, χωρίς επιτυχία, να υπερασπίσει την Κόρντομπα από τον Αμπντ αλ… … Dictionary of Greek